Όλα θα πρέπει ν' άρχισαν στα 1907. Ένα χειμωνιάτικο απομεσήμερο του Δεκέμβρη, την ώρα που χωροφύλακες οδηγούσαν εφ' όπλου λόγχη στον ανακριτή έναν νεαρό ταραξία της Νομικής, με σγουρά μαλλιά και φλοτάν γραβάτα, που λεγόταν Γεώργιος Παπανδρέου. «Τον έσπρωχναν θυμωμένοι να κατέβει τα σκαλοπάτια του Πανεπιστημίου» θυμόταν η Σοφία, που θα γινόταν αργότερα γυναίκα του. Αυτός και ο συμφοιτητές είχαν αναστατώσει για κάμποσες μέρες την Αθήνα, κάνοντας τον πρωθυπουργό Θεοτόκη να χάσει τον ύπνο του. Εκείνη την ώρα η Σοφία, φοιτήτρια της Φιλολογίας, στεκόταν πλάι στο άγαλμα του Ρήγα Φεραίου, με μωβ φόρεμα και μωβ ομπρελίνο («Μου φάνηκες σαν μια πορσελάνινη κούκλα», θα της έγραφε για εκείνη την ώρα, 3 χρόνια αργότερα) και κοίταζε με ορθάνοιχτα μάτια τον κομψό δανδή που σπρωχνόταν άγρια απ' τους χωροφύλακες. Τα βλέμματα τους συναντήθηκαν. Είχαν συναντηθεί κι άλλες φορές, στους διαδρόμους του Πανεπιστημίου. Αυτή όμως θα πρέπει να 'ταν διαφορετική απ' τις άλλες. Ήταν Πέμπτη, 6 του Δεκέμβρη. Το 1907 ή..
• Ιστορική εισαγωγή για τον τόπο• Το συγγραφικό έργο• Η αναζήτηση της αλήθειας• Ο καμβάς• Μερικά ασήμαντα περιστατικά• Το ρόπτρο• Ύπαιθρος χώρα• Ο τόπος• Περιπλάνηση• Ανατολή• Βικτόρια• Λευκές εμπειρίες• Ειρηνικά χρόνια• Η δολοφονία• Ιδιαίτερες σχέσεις• Ελένη• Επικίνδυνα παιχνίδια• Στις αρχές του αιώνα• Η δεκαετία• Ελλέβορος• Αλληλογραφία• Επίλογος• Απόκρυφον..
Ο έρωτας της Ελένης αναστατώνει τη ζωή του Στέφανου. Κι αυτός αφήνεται στο ανελέητο πάθος που τον πλημμυρίζει. Ανακαλύπτει τις μυστικές, λυτρωτικές δυνάμεις που κρύβει ο έρωτας και βρίσκει το νήμα για το λαβύρινθο της ψυχής του. Όμως πώς να χωρέσει ο έρωτας μέσα στο χρόνο; Δώδεκα οι μήνες, δεκατρία τα φεγγάρια. Ίσως γιατί το φεγγάρι που περισσεύει να είναι για μια αγάπη σαν κι αυτή. Δυνατή και ας είναι παράνομη.....
Λαμπερές νύχτες. Εκτυφλωτικά φώτα, υπέροχοι άνθρωποι. Κάθε λεπτομέρεια προσεγμένη, μια εικόνα τέλεια. Επιβλητικές παρουσίες, μικροί θεοί της νύχτας. Τέλεια μουσική, πλάσματα αέρινα. Γυναίκες που κόβουν την ανάσα, που δε θα τις άγγιζες ούτε στα όνειρά σου. Ένας κόσμος φτιαγμένος από όνειρα. Ο κόσμος των clubs, των clubbers και των ανθρώπων που κρατάνε την εξουσία της νύχτας στα χέρια τους.Ένας από τους ανθρώπους που έχουν διαμορφώσει τάσεις στα ελληνικά clubs την περασμένη δεκαετία μας προσφέρει τη ματιά της κλειδαρότρυπας. Ο κώδικάς της σιωπής σπάει και ένας insider αποκαλύπτει όλα όσα δε γνωρίζουμε για τον γοητευτικό αλλά και αινιγματικό κόσμο της νύχτας.Συμφωνίες και άνθρωποι που ακροβατούν ανάμεσα στην επιτυχία και το θάνατο. Ναρκωτικά, εκμετάλλευση, ερασιτεχνική πορνεία. Εξουσία, διαφθορά και σχέσεις σε ελεύθερη πτώση, σε έναν κόσμο που μοιάζει με ζούγκλα. Οι Υποχθόνιοι του Κέρουακ στη σύγχρονη νυχτερινή Αθήνα.Φωτεινές νύχτες. Σκοτεινές αλήθειες...
«Αν ήξερα πόσο πόνο έχει η αγάπη, δε θα σε είχα αγαπήσει», της είπε ο Θεοτόκης. «Εγώ θα σε είχα αγαπήσει», του απάντησε η Κάλλας, «ακόμα κι αν ήξερα πως χωρίς εσένα δε θα είχα γνωρίσει τον πόνο ποτέ... Νιώθω πως θα ερχόμουν να σε βρω σαν την ψυχή που πάει και ενσαρκώνεται σ’ ένα σώμα, γνωρίζοντας από πριν πως το σώμα αυτό θα τη βασανίσει...» Η Μαρία γεννήθηκε τυφλή. Έλεγε η μητέρα της πως, καθώς την κρατούσε στην αγκαλιά της, είδε στα τυφλά μάτια της την ομορφιά της μουσικής που την ακούς αλλά δεν τη βλέπεις. Σαν τα τραγούδια που λέει η Κάλλας ήταν, λέει, το βλέμμα της... Σαν την Casta Diva έμοιαζε... Τόσο όμορφη! Και τότε αποφάσισε να τη βαφτίσει Μαρία και να τη φωνάζει Κάλλας. Παιδί ακόμα η Κάλλας, γνωρίζεται με τον Θεοτόκη. Μικρός και εκείνος, οκτώ χρόνων. «Θέλεις να είμαι τα μάτια σου; Να σου λέω τι βλέπω;» της προτείνει με αθωότητα ο Θεοτόκης... Αγαπήθηκαν πολύ. Και πόνεσαν πολύ. Όλη τους τη ζωή για τον έρωτα και την αγάπη την έζησαν. Και η ζωή είχε φυλαγμένα γι’ αυτούς βάσανα αλλ..
Το Μανχάτταν είναι όπως στις ταινίες και στα μυθιστορήματα: οικείο και ταυτόχρονα διαφορετικό σε σπίτια, φύλα, ρόλους... Έχεις την αίσθηση ότι εδώ κάτι μπορεί να γίνει και με την περίπτωσή σου. Μαθαίνεις να μιλάς κατευθείαν, χωρίς τις μακροσκελείς εισαγωγές και τις απολογητικές αγιοποιήσεις της Ευρώπης. Μπορείς να είσαι και παιδιάστικος, και γελοίος, και σοβαρός, και πολύ έξυπνος. Εδώ όλα φαίνεται να επιτρέπονται εκτός από τη βλακεία, την έλλειψη στυλ ή το να κάνεις κάτι με μισή καρδιά, όπως διάβασα κάπου... Εδώ επιβιώνεις χωρίς να το κάνεις θέμα. Οι ιδιαιτερότητές σου δεν διαφέρουν και πολύ από των άλλων. Των χιλιάδων άλλων. Αποκτάς το δικαίωμα στην αδιαφορία επιτέλους. Κι αυτή η ανωνυμία τόσο ερωτική, να παίζεις όποιο ρόλο επιθυμείς, όπως στις μεταμορφώσεις της ελληνικής μυθολογίας... Τι δώρο να είσαι εντελώς άγνωστος. Ή για να γίνω κατανοητός, a complete unknown.....
Μέσ" από τις περιπέτειες μιας ασυνήθιστης γυναίκας, Ελληνίδας από τη "Magna Grecia" (Μεγάλη Ελλάδα) του 1850, θίγονται σπουδαία θέματα όπως οι πρωταρχικές θεμελιώδεις σχέσεις μας με τους γονείς και το Θεό, η υποκρισία της κοινωνίας και της Εκκλησίας, ο θυμός, το μίσος και η εκδίκηση, η αγάπη και ο έρωτας, οι πολύ προσωπικές μας σχέσεις και η συγχώρεση ως στάση ζωής και ανάγκη για ειρήνη. Η ηρωίδα του μυθιστορήματος, ένας ορκισμένος εχθρός του εαυτού της, παντρεμένη με τον επιχειρηματία -οινοπαραγωγό Άγγελου Ρούγιου, έχει περάσει μιαν εφηβεία τραυματισμένη, μια νιότη σπαταλημένη και μιαν ωριμότητα πονεμένη. Τώρα, ανίκανη να ονειρευτεί, να νιώσει χαρά και να βρει ικανοποίηση, έρχεται, επιτέλους, αντιμέτωπη με τους δαίμονες που πενήντα χρόνια μεγαλώνει μέσα της και ξεκινάει ένα οδυνηρό οδοιπορικό προς την αυτογνωσία...
Ποιες είναι οι σωσίες της Αθηνάς Ωνάση;Τι είπε η Νάνα Μούσχουρη όταν συνάντησε τον Σάκη Ρουβά;Ποια είναι τα παρατσούκλια των κυριών της καλής κοινωνίας;Και τέλος, τι κάνει για να διατηρεί την περιουσία της η περιβόητη πρύτανης της φιλαργυρίας;Από το φθινόπωρο του 2002 μέχρι την άνοιξη του 2007 και από τις πιο αριστοκρατικές συνοικίες της Αθήνας μέχρι τη συμπρωτεύουσα, το Παρίσι, τη Νέα Υόρκη και το Σαν Ρέμο, οι «εξομολογήσεις της λαίδης Melissa» μέσα από τις σελίδες του περιοδικού «Life & Style» αποκάλυπταν... με λύσσα και γενναίες δόσεις χιούμορ όλα τα παρα-κοινωνικά σχόλια της κοσμικής Αθήνας_ και όχι μόνο.Την πραγματική ταυτότητα των πρωταγωνιστών των σύντομων αυτών επεισοδίων γνώριζαν ελάχιστοι - ακόμη λιγότεροι όμως ήσαν αυτοί που γνώριζαν ότι πίσω από το αινιγματικό πορτρέτο της κυρίας με το κρινολίνο κρυβόταν ο δαιμόνιος δημοσιογράφος Bar-Bar, ο κατά κόσμον Κώστας Παύλου Παναγιωτόπουλος.Στο βιβλίο που κρατάτε στα χέρια σας συγκεντρώνονται 350 από τα καθημερινά κωμικά στιγμιό..
Η ζωή του βουτούσε στην καταστροφή και το θρίαμβο με κινηματογραφική ταχύτητα. Απ' τις παράγκες του Μπουένος Άιρες στη λάμψη του Κολωνακίου, κι απ’ τις αλάνες του χωριού του στα μεγάλα σαλόνια της Ευρώπης. Μοναδικά προικισμένος. Ευλογημένος και καταραμένος. Το "Άτι" της Αργεντινής χόρευε με την μπάλα και γύρω του χόρευαν όλοι...Ο Μάριο Σεμπάστιαν Λόπεζ, φαινόμενο των καιρών, οδήγησε τον ΠΟΚ στην κορυφή της Ελλάδας, λάμποντας ο ίδιος στο μεγάλο πάρτι, το Τσάμπιονς Λιγκ. Με τον ίδιο τρόπο έλαμπε στις μεγάλες αθηναϊκές πίστες. Μέχρι που δεν μπορούσε να πάρει τα πόδια του, πνιγμένος στην κραιπάλη. Το μοιραίο δεκάρι άρχισε να μυρίζει ανημποριά, αλκοόλ, ντόπα. Έζησε την απόλυτη δόξα και έπαιξε το "ένα δύο" με την καταστροφή, συμμετέχοντας στο παιχνίδι τού "όλα ή τίποτα".Για το 10, που έσταζε ταλέντο, αδυναμία, φάρμακο και φαρμάκι, έμελλε ν' αποφασίσει η μοίρα, τυφλή κι αναίσθητη.Η λύτρωση τρεμόπαιζε αναποφάσιστη, έχοντας να διαλέξει ανάμεσα στο άσπρο και το μαύρο, το απόλυτο και το τίποτα, ό..
Ένα παράξενο γράμμα, κάποια πορτογαλικά, κάποια ανορθόγραφα ελληνικά, που αναφέρεται σε έναν αμύθητο θησαυρό, γίνεται αφορμή να βγουν στην επιφάνεια ψέματα σκεπασμένα από τη λάβα. Εκεί, λοιπόν, στο νησί με το κοιμισμένο ηφαίστειο, θαμμένοι ναοί από την εποχή της έκρηξης, κρύβουν τον θρύλο που μπολιάζει πάθη και οπλίζει χέρια.Κορυφαίοι του χορού η αλλοπρόσαλλη Νίνα και ο Ζοζέ με το μαυριτάνικο αίμα που κουβαλούν μυστικά πλεγμένα με μύθους. Η όμορφη Κάρμεν και ο παθιασμένος αρχαιολόγος της βουτηγμένοι σε έναν έρωτα που ψεύδεται κι απογειώνεται. Κι εκείνο το κάθαρμα ο Σπύρος που δεν μπορεί να αποκρυπτογραφήσει το παράξενο γράμμα, γι’ αυτό και σέρνεται στο κυνήγι ενός θησαυρού χωρίς να γνωρίζει το τίμημα. Ψηλά, στο μοναστήρι του Αϊ-Σύκα του Παλαβιάρη, ένας μυστηριώδης ηγούμενος που ξέρει αλλά δεν μπορεί να μιλήσει. Όλοι τους μεθυσμένοι απ’ το κρασί της λάβας, το βισάντο, λιωμένο ρουμπίνι φυλακισμένο για χρόνια στα βαρέλια. Ίσως γι’ αυτό δεν έχουν τον έλεγχο. Γιατί το βισάντο το φτιάχνει ο ..
"Θα τον βρούμε, τώρα, μέσα στα τραίνα, στα χωριά και τις πολιτείες, στις συναγωγές να κηρύττει τον Λόγο του Θεού, του "κατ'εικόνα" και ομοίωσγ των απανταχού ανθρώπων, να κάμει πολιτικές προπαγάντες κι αδράχνοντας τον ουρανό σαϊτευτά, να μη μιλά, παρά να ουρλιάζει να τον ακούσουν οι πέτρες, να τον ακούσουν τα κλαριά, να τον ακούσει ο πάνω κι ο κάτω κόσμος πως η ώρα "και της των πάντων ενώσεως ήγκηκεν". Σίγουρα, θα τον εμπαίξουμε, όπου σταθεί να μιλήσει, θα μας εμπαίξει, θα του ανάψουμε φωτιά στα σκέλια του εφημερίδες, θα γελάσουμε, θα τον αγαπήσουμε.....
Το νέο μυθιστόρημα του Θοδωρή Καλλιφατίδη είναι μια προσπάθεια να χαρτογραφήσει το τοπίο της αγάπης. Όχι μόνο της αγάπης ανάμεσα σε άντρα και γυναίκα αλλά και της αγάπης προς τους φίλους μας, της αγάπης προς τα παιδιά μας, της αγάπης προς τις ιδέες και τις σκέψεις.Αυτός που διηγιέται είναι ο μετανάστης και καθηγητής της φιλοσοφίας Λάκη Σαρρής που πλησιάζει τα σαράντα. Είναι παντρεμένος με τη φιλλανδέζα Λένα, μια τρυφερή και έξυπνη γυναίκα και έχουν μαζί ένα παιδί το Γιούχαν, τεσσάρων χρόνων. Ο Λάκη Σαρρής συναντάει τη Λι μια Σουηδέζα, νέα, δνατή κι όμορφη: μια υπόσχεση για μια καινούρια ζωή. Και δω αρχίζει το δράμα.Ο Λάκη Σαρρής δεν είναι ο άνθρωπος των εύκολων λύσεων. Εξετάζει την ψυχή του, τη ζωή του την αγάπη. Βάζει το νυστέρι βαθειά χωρίς να τον νοιάζει για το μυαλό του και την καρδιά του. Ο κόσμος του συγκλονίζεται συθέμελα, συγκλονίζοντας και τον κόσμο του αναγνώστη...
Η Αλεξάνδρα, η Μαρίνα και η Ελίνα μεγαλώνουν σε ένα αρχοντικό όπου βασιλεύει η αδιαφορία. Έχουν τα πάντα αλλά τους λείπει το πιο βασικό: η αγάπη. Ακολουθούν το πεπρωμένο τους, ερωτεύονται με πάθος, χωρίζουν. Ταξιδεύουν παρέα με τα περιστέρια της καρδιάς τους στο απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου και στην Καλντέρα της Σαντορίνης, πετούν πάνω από τις πλατείες της Φλωρεντίας, χορεύουν με τον ήλιο της ερήμου στη χλιδή των Αραβικών Εμιράτων, προσπαθούν με πείσμα να ανακαλύψουν τι θα πει "σ' αγαπώ". Σε μια παράλληλη διαδρομή, παρών είναι και ο Δημήτρης, που σμίγει μυστικά με αλήθειες τραγικές, μπλεγμένος εν αγνοία του στον ίδιο οικογενειακό ιστό. Τέσσερις ήρωες που ερωτεύονται, πονούν, χαίρονται, συγκρούονται, αναρωτιούνται ως που μπορεί να φτάσει ένας άνθρωπος που αγαπάει. Ίσως και μέχρι το φόνο; Είναι ποτέ δυνατόν; Έχει, άραγε, όρια η αγάπη; ..
Πότε σαν ζωηρόχρωμη ζωγραφιά και πότε ιστορώντας τη σκληρή πραγματικότητα, ο Τζανής Κομνάς, με κύριο συνοδοιπόρο τον εκπληκτικής ομορφιάς, άσωτο, μαγικό, γενναιόδωρο, ανυπότακτο, άγιο και δαίμονα Ανθία, πορεύεται στην Κωνσταντινούπολη του 1808-1831.Στο υφαντό της μυθοπλασίας περιπλέκονται το άρωμα Κυνηγός του Ανέμου, που ξετρελαίνει τις χανούμισσες και τις αρχόντισσες, έρωτες και περιπετειώδεις διαδρομές με αναπάντεχη εξέλιξη, αποσιωπημένες αλήθειες, ερωμένες πατριαρχών, η επανάσταση του 1821 δοσμένη από το κέντρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι Ευρωπαίοι πρέσβεις που πουλάνε γυναικόπαιδα στους Τούρκους, οι «μακελεμένοι» Oσμανλήδες που κυκλοφορούν για να εξαγριώνονται οι μουσουλμάνοι, οι σφαγές των χριστιανών της Κωνσταντινούπολης και της Χίου από τους αποθηριωμένους Οθωμανούς, ο Πόντος, το Δραγατσάνι, η Τρίπολη, το Ναύπλιο, η Αλεξάνδρεια, το Μανιάκι.Κι ακόμη: χαρέμια, φτώχεια, μεγιστάνες, σμήνη πλανόδιων πωλητών, παπάδες τσαρλατάνοι, συμμορίες των δρόμων, συντεχνίες ζητιάνων, κρυπτοχ..
Άγριο βελούδο είναι το αγκάλιασμα της τρυφερότητας με τη σκληρότητα. Η συνύπαρξη του απαλού με το τραχύ του τολμηρού με το αθώο. Είναι η δίψα της ψυχής να ζήσει μέσα στο σώμα αλλά και πέρα από αυτό. Η ιεροτελεστία του εγκλήματος. Είναι ο έρωτας, η τρέλα και η εκδίκηση. Η μέθη της παραβατικότητας. Η αμαρτία ως εφαλτήριο έντονων συγκινήσεων και εξάρσεων, που συντρίβει τα όρια του κατεστημένου και του φυσικού. Τα πρόσωπα που θυσιάζουν την ύπαρξή τους για να υπάρξουν, οι αντάρτες αλλά και εραστές της καθημερινότητας. Είναι παράλογη αντιλογία που ανοίγει τις πύλες ενός κόσμου όπου τα πάντα είναι ανοιχτά και ενδεχόμενα. Στα διηγήματα της Μαρίας Κουγιουμτζή αποκαλύπτεται η ερωτική και άφθαρτη όψη της ζωής. Ένα σύμπαν άγιων και δαιμόνων, όπου οι άνθρωποι αποτινάσσουν τη δυστυχία και κινούνται υπερήφανα προς την αταξία και το χάος, αναζητώντας στην ανατροπή την πολυπόθητη λύτρωση...
Τι μπορεί να συνδέει την Αθηναΐδα-Ευδοκία, Αθηναία γεννημένη τον 5ο αιώνα μ.Χ., κόρη του φιλοσόφου Λεόντιου, που φεύγει για την Κωνσταντινούπολη και γίνεται Αυτοκράτειρα του Βυζαντίου στο πλευρό του συζύγου της Θεοδοσίου του Β', με την Ευγενία, γυναίκα της σύγχρονης εποχής, πνεύμα ανήσυχο και ελεύθερο, που αποφασίζει στα 35 της χρόνια να φύγει για σπουδές στο Παρίσι;Με κοινό παρανομαστή ένα γεγονός που προκάλεσε σύγκρουση με το οικογενειακό περιβάλλον των δύο γυναικών και στάθηκε η αφορμή για ένα νέο ξεκίνημα, ξετυλίγονται δύο τόσο διαφορετικές αλλά και ίδιες στην ουσία τους ζωές...
Γενάρης του 2002 στα Χανιά. Ένας ξένος περιπλανιέται στα παλιά. Τα κτίσματα, οι δρόμοι, οι τάφοι, τα γεγονότα. Μια γυναίκα δέχεται ένα ανώνυμο τηλεφώνημα. Ένας άλλος μοχθεί με τις εμμονές και τις εικόνες του. Το πτώμα μιας νεαρής σε ερημική παραλία. Συνθήματα στους τοίχους. Οι πολιτισμοί που συμπλέκονται, η ζωή που επιμένει. Όλα αλλάζουν, αλλά και κάτι μένει που λιμνάζει. Φιλίες, αειθαλή δέντρα, έρωτες, το αίμα. Το κρητικό πέλαγος φουρτουνιασμένο. Οι επιχειρηματικοί όμιλοι, οι μετανάστες. Ένας αυτόχειρας, ένα πηγάδι. Ο αστυνόμος που θυμάται. Αλλά το παρελθόν δεν είναι τόπος. Αθώοι και φταίχτες στις γραμμές του μύθου και της ιστορίας...
Ο Άρης Παγκράτης είναι ένας διάσημος ηθοποιός. Έχει τα πάντα. Το μόνο που λείπει από τη ζωή του είναι το να παίξει το ρόλο του Θεού - ώσπου του δίνεται η ευκαιρία να το κάνει.Ο Φώτης Μπούρμαλης είναι ένας άσημος αρχιφύλακας. Μια ολόκληρη ζωή περιμένει και προσεύχεται για την ευκαιρία να ξεφύγει απ' την αφάνεια, μια ευκαιρία που δεν έρχεται - ώσπου οι προσευχές του εισακούονται.Ο Λευτέρης και η Δάφνη Ματζιούρη είναι ένα πολύ αγαπημένο ζευγάρι που ζει στην Πετρούπολη. Είναι πάμφτωχοι μα έχουν την αγάπη τους, δώρο Θεού, κι αυτό τους φτάνει. Το αληθινό τους πρόβλημα είναι η δεκαπεντάχρονη κόρη τους, η Βενετία. Αποδίδουν τις απόψεις της μικρής για τη ζωή στην ελαφρομυαλιά της ηλικίας. Όμως... δεν μπορούν καν να φανταστούν τι τους περιμένει.Μια στιγμή είναι αρκετή για να συναντηθούν οι ζωές όλων αυτών των άγνωστων ως χθες ανθρώπων.Μια τόση δα στιγμή κι ένα σκοτεινό παιχνίδι της μοίρας είναι αρκετά για να δουν ο Λευτέρης και η Δάφνη Ματζιούρη τον κόσμο τους να καταρρέει και τη ζωή τους να κατ..
Ένα σημάδι τού ζητούσε. Πάντα ψηλά στο μηρό. Που να το βλέπει μόνο εκείνη. Που να τον έχει παρόντα, όταν θα λείπει...Έτσι συνήθιζε να ζει και να μεγαλώνει η Όλγα. Μια ζωή με τον βουβό πατέρα, με το μυστικό της νεκρής μητέρας, με τον απόντα εραστή. Μια ζωή με τα βιβλία, μια ζωή με Χάρτινη Ζωή. Έκανε χρόνια να περάσει τη δική της Ζώνη των Επιθυμιών. Όμως, ο περαματάρης Στάλκερ υπήρχε. Έτσι η Όλγα, μισό γατί, μισό αρνί επιστρέφει στο σταυροδρόμι του Φoνιά, στο σπίτι του Καθηγητή. Αιώνια Επιστροφή θα το πει.Το απόλυτο, αλλόκοτο, ολέθριο πρόσωπο της Τρομοκρατίας στον Έρωτα, στη Λογοτεχνία, στην Πολιτική. Ο Στάλκερ που γίνεται ολοκαύτωμα και ο Καθηγητής, μπροστά στη Θυσία βουβός. Η ιστορία της Όλγας, του Ορέστη που όλο χάνεται και επιστρέφει, της Μαρίλης, του άλλου μισού της, και του Καθηγητή. Η ζωή που δεν ήταν παρά μια προσδοκία, μια αναμονή ετούτης ακριβώς της στιγμής. Το ατελεύτητο της προσδοκίας και μιας σχέσης.Μια ιστορία μέσα στην Ιστορία, και οι παράλληλοι κόσμοι της τέχνης και της ζ..
Είχε αρχίσει να βρέχει όταν η Λίζα πάρκαρε το αυτοκίνητο έξω από το σπίτι της. Έσβησε τη μηχανή και στράφηκε στον Κλέαρχο. Είχε δει θλίψη στα μάτια του από την ώρα που ξεκίνησαν, και στη διαδρομή ήταν σιωπηλός. Του έπιασε το χέρι και του χαμογέλασε τρυφερά. «Κλέαρχε», του είπε, «άκου το τραγούδι της βροχής, βοηθάει να ξεχαστείς». Η ανάμνηση πλημμύρισε την ψυχή του. Τα μάτια του έλαμψαν και της ανταπέδωσε το χαμόγελο. «Βοηθάει, Λίζα;» «Πάντα βοηθάει. Μάθε να το ακούς». Την κοιτούσε τρυφερά στα μάτια. «Κι αν δε βρέχει;» «Τότε άκου τους άλλους ήχους της φύσης, τον αέρα που φυσάει, το γρύλο που τραγουδάει, την κουκουβάγια. Άκου το θόρυβο των αυτοκινήτων, τη φωνή του μεθυσμένου που μιλάει με τον εαυτό του. Στρέψε την προσοχή σου έξω από σένα. Βοηθάει πάντα. Καν' το». Ο Κλέαρχος έμεινε, μαγεμένος, να την ακούει να επαναλαμβάνει τα λόγια που της είχε πει τριάντα σχεδόν χρόνια πριν...